Όλα τα Άρθρα

Επαγγελματικά Δικαιώματα στην Πληροφορική

Ένα κείμενο που παρουσιάστηκε σε εκδήλωση φοιτητών του Τμήματος Ηλεκτρονικών Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του Πολυτεχνείου Κρήτης

1. Το αντικείμενο της Πληροφορικής

Καταρχάς θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι εννοούμε με τον όρο Πληροφορική για να μην δημιουργηθούν παρεξηγήσεις σε σχέση με το αντικείμενο των αποφοίτων του Τμήματος Ηλεκτρονικών Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών. Είναι αλήθεια ότι πολλοί χρησιμοποιούν τον όρο "Πληροφορική" για να χαρακτηρίσουν τις δραστηριότητες που σχετίζονται μόνο με τον Προγραμματισμό Υπολογιστών, ταυτίζοντας την με αυτό που παλαιότερα αποκαλούνταν λογισμικό (Software). Εξακολουθεί μάλιστα να διατηρείται η διάκριση μεταξύ Μηχανικών Υπολογιστών που ασχολούνται με το υλικό (Hardware) και Επιστημόνων Υπολογιστών που ασχολούνται με το λογισμικό (Software).

Σήμερα, όμως, η τεχνολογική εξέλιξη έχει καταστήσει απαρχαιωμένες τις διακρίσεις μεταξύ τομέων όπως η ηλεκτρονική, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, οι τηλεπικοινωνίες και ο οπτικο-ακουστικός τομέας. Με τον όρο λοιπόν πληροφορική, εννοείται πλέον το νέο μεγάλο επιστημονικό πεδίο που μελετά την υπολογιστική διάσταση διάφορων φαινομένων και τις τεχνολογίες ψηφιακών δεδομένων. Οι τεχνολογίες αυτές έχουν οδηγήσει στη συνένωση βιομηχανιών που παλιότερα ήταν ανεξάρτητες μεταξύ τους (τηλεπικοινωνίες, τεχνολογίες της πληροφορικής και μαζικά μέσα ενημέρωσης) περιορίζοντας το ρόλο της απόστασης και ενθαρρύνοντας τη δημιουργία νέων οικονομικών δραστηριοτήτων. Οπότε αυτά που θα λέμε αφορούν όλους τους αποφοίτους του τμήματος ΗΜΜΥ.

2. Τα επαγγελματικά δικαιώματα των πληροφορικών

Για τα επαγγελματικά δικαιώματα των Πληροφορικών η αρκεί να πούμε ότι στην ουσία δεν υπάρχουν. Οι απόφοιτοι των Πολυτεχνικών Τμημάτων Πληροφορικής, όπως είναι και οι απόφοιτοι του Τμήματος Ηλεκτρονικών Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του Πολυτεχνείου Κρήτης, μπορούν να γραφτούν στο ΤΕΕ στον κλάδο του Ηλεκτρονικού Μηχανικού. Αυτό όμως, σε αντίθεση με κλάδους όπως οι Ηλεκτρολόγοι και οι Μηχανολόγοι Μηχανικοί, δεν τους δίνει ουσιαστικά επαγγελματικά δικαιώματα. Στην ουσία ο κλάδος μας μπορούμε να πούμε ότι υποβαθμίζεται με την ανοχή του ΤΕΕ μια και εκεί υπερτερούν σε αριθμό και δύναμη εκπρόσωποι μηχανικών από άλλες ειδικότητες. Το «μοναδικό καλό» είναι ότι όσοι από τους μηχανικούς που είναι γραμμένοι στο ΤΕΕ διοριστούν στο Δημόσιο παίρνουν ένα επίδομα το οποίο προέρχεται από ένα ποσοστό του προϋπολογισμού των δημοσίων έργων.

Γιατί όμως λέμε ότι ο κλάδος μας στην ουσία δεν έχει επαγγελματικά δικαιώματα; Ας αρχίσουμε από την ιδιωτική αγορά εργασίας. Επικρατεί η αντίληψη ότι εκεί έχουμε αξιοκρατία και ο καθένας κρίνεται από τις γνώσεις και την εμπειρία του. Η πραγματικότητα όμως είναι οδυνηρή: Η ανυπαρξία κανόνων στην εκτέλεση έργων αποδυναμώνει την θέση μας. Για παράδειγμα όταν μια εταιρία που αναλαμβάνει ένα έργο, δεν είναι υποχρεωμένη να έχει κάποιον ή κάποιους απόφοιτους ΑΕΙ να επιβλέψουν την μελέτη, την κατασκευή και να υπογράψουν την παράδοσή του, αυτό αποδυναμώνει την διαπραγματευτική ικανότητα των πτυχιούχων μας καθώς και την σταδιακή εξέλιξή τους σε μια εταιρία. Πριν από 2-3 χρόνια είχαμε πράγματι μια έκρηξη στην ζήτηση αποφοίτων τμημάτων Πληροφορικής. Δυστυχώς όμως τα 2 τελευταία χρόνια η παγκόσμια κάμψη των Εταιρειών Νέας Οικονομίας χτύπησε και την πόρτα της Ελλάδος. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την κατακόρυφη αύξηση των εισακτέων στα τμήματα Πληροφορικής ΑΕΙ και ΤΕΙ (5.500 θα είναι περίπου οι φετινοί εισακτέοι) αλλά και την προσπάθεια που κάνουν πολλοί άλλοι κλάδοι όπως φυσικοί, μαθηματικοί κλπ, να πάρουν το χρίσμα του Πληροφορικού μέσω μεταπτυχιακών προγραμμάτων μετατροπής (conversion courses) και σεμιναρίων, έχουν περιορίσει κατά πολύ τον αριθμό των θέσεων που προορίζονται για απόφοιτους Τμημάτων Πληροφορικής στον Ιδιωτικό Τομέα ενώ και οι αμοιβές έχουν συρρικνωθεί κατά πολύ.

Όσο αφορά το Δημόσιο εκεί τα πράγματα μέχρι τώρα είναι πράγματι ανεξέλεγκτα. Αν αρχίσουμε με την εκπαίδευση, εκεί τα πράγματα έχουν ξεφύγει από κάθε όριο. Καθηγητές χρίζονται όλοι οι απόφοιτοι ΑΕΙ και ΤΕΙ οι οποίοι παρακολουθούν ένα σεμινάριο 400 ωρών στο Word. Excel και Internet Explorer και μετά διορίζονται πρώτα αναπληρωτές και μετά μόνιμοι καθηγητές πληροφορικής. Αυτή τη στιγμή οι απόφοιτοι άλλων ειδικοτήτων που είναι μόνιμοι διορισμένοι καθηγητές πληροφορικής είναι γύρω στο 60 -65 %. Αρκετοί από μας τελειώνοντας τις σπουδές μας, και χωρίς εργασιακή εμπειρία, και ενημέρωση, προσδοκούμε μια αξιοπρεπή επαγγελματική σταδιοδρομία, εργαζόμενοι σκληρά σε ένα δυναμικά αναπτυσσόμενο και αξιοκρατικό ιδιωτικό τομέα. Όμως για μια επαρχιακή πόλη και για κάποιον που θέλει να ξεφύγει από την λαίλαπα της Αθήνας η εκπαίδευση είναι από τις βασικές, αν όχι η μόνη, επιλογή. Για παράδειγμα από όλους του πρώτους απόφοιτους του τμήματος Ηλεκτρονικής και Μηχανικών Υπολογιστών του Πολυτεχνείου Κρήτης, όσοι δεν βρίσκονται στην Αθήνα αλλά στην επαρχία, γύρω στο 80% αυτών (μπορεί και παραπάνω) βρίσκονται στην Β/θμια εκπαίδευση.

Όσο αφορά τις Δημόσιες προμήθειες και τα Δημόσια έργα και εκεί δυστυχώς δεν υπάρχουν κανόνες που να εξασφαλίζουν τη συμμετοχή μας. Οι επιτροπές που φτιάχνουν τις προδιαγραφές, που αξιολογούν τις προσφορές, που ελέγχουν την πρόοδο των έργων και υπογράφουν την τελική παραλαβή τους δεν υποχρεούνται να έχουν τουλάχιστον έναν Πληροφορικό ανάμεσα τους. Αν ο φορέας που εκτελεί το έργο έχει τέτοιο υπάλληλο ίσως αυτός μπει σε μια επιτροπή αλλιώς το έργο αυτό θα το αναλάβουν υπάλληλοι από άλλες ειδικότητες. Εδώ, στον Δήμο Χανίων, υπάρχει ένας τέτοιος υπάλληλος απόφοιτος τμήματος Πληροφορικής ενώ στους υπόλοιπους δήμους που δημιουργήθηκαν με το πρόγραμμα Καποδίστριας δεν υπάρχει ούτε ένας, αν δε κάνουμε λάθος, πτυχιούχος του κλάδου μας.

3. Ιστορική ανασκόπηση των προσπαθειών για την κατοχύρωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των πληροφορικών στην Ελλάδα

Οι πρώτες προσπάθειες για την κατοχύρωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των πληροφορικών χρονολογούνται την περίοδο 1992-1995. Αφορμή στάθηκε η έναρξη του Β? Κοινοτικού Πλαισίου στήριξης. Σημειώθηκαν τότε δύο παράλληλες κινήσεις για την οριοθέτηση του επαγγελματικού πεδίου της Πληροφορικής:

Η μία κίνηση έγινε υπό την αιγίδα του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας (ΤΕΕ) και αποσκοπούσε στην ένταξη των επαγγελματικών δικαιωμάτων των πληροφορικών στο γενικότερο πλαίσιο των επαγγελματικών δικαιωμάτων των μηχανικών. Κύριο στόχος ήταν η ένταξη των έργων Πληροφορικής στο καθεστώς των δημοσίων έργων του νόμου 1418/84.

Η δεύτερη κίνηση έγινε με πρωτοβουλία της Ελληνικής Εταιρείας Επιστημόνων Η/Υ και Πληροφορικής (ΕΠΥ) και είχε ως στόχο τη δημιουργία ενός Επιμελητηρίου Πληροφορικής. Ο βασικός άξονας στον οποίο κινούνταν η πρόταση αυτή ήταν η δημιουργία πολυεπίπεδων δομών πιστοποίησης επαγγελματικών δεξιοτήτων πληροφορικής.

Οι δύο αυτές παράλληλες κινήσεις δεν τελεσφόρησαν και η κυριότερη αιτία ήταν ότι εμφανίστηκαν ως αμοιβαία αποκλειόμενες με αποτέλεσμα όσοι υποστήριζαν την πρώτη να μπλοκάρουν τη δεύτερη και αντίστροφα. Στη συνέχεια θα αναλύσουμε τα κύρια χαρακτηριστικά και τις σκοπιμότητες που εξυπηρετούσε καθεμιά από τις παραπάνω προσπάθειες. Ταυτόχρονα όμως, θα πρέπει να αναλύσουμε το πλαίσιο στο οποίο κινούνταν καθεμία από αυτές τις προσπάθειες. Η πρώτη βασίζονταν στο πλαίσιο εκτέλεσης των δημοσίων ενώ η δεύτερη βασίζονταν στους μηχανισμούς της πιστοποίησης.

3.1 Η προσπάθεια του ΤΕΕ για ένταξη της Πληροφορικής στο καθεστώς των δημοσίων έργων

Είναι γνωστό ότι στους κόλπους του ΤΕΕ οι πολυπληθείς ομάδες μηχανικών που ασχολούνται με τα παραδοσιακά κατασκευαστικά έργα (πολιτικοί μηχανικοί, αρχιτέκτονες κ.λ.π.) έχουν αυστηρά κατοχυρωμένα επαγγελματικά δικαιώματα. Παρατηρείται ακόμη μια «επεκτατική» τάση των κλάδων αυτών με την κατοχύρωση επαγγελματικών δικαιωμάτων που κανονικά εμπίπτουν στο πεδίο άλλων κλάδων. Έτσι για παράδειγμα οι αρχιτέκτονες έχουν δικαίωμα εκπονήσεων περιβαλλοντικών μελετών, οι πολιτικοί μηχανικοί μπορούν να εκπονούν ηλεκτρομηχανολογικές μελέτες κ.λ.π. Οι κλάδοι των μηχανικών βιομηχανίας (μηχανολόγοι, ηλεκτρολόγοι, χημικοί μηχανικοί) δεν είχαν παραδοσιακά μεγάλο αντικείμενο στην Ελλάδα κυρίως λόγω της βιομηχανικής καθυστέρησης και περιορίστηκαν σε έργα που εμπίπτουν στις παραδοσιακές κατασκευές. Οι κλάδοι αυτοί, πολλές φορές έχουν έρθει σε σύγκρουση μεταξύ τους (παράδειγμα χημικών μηχανικών ? ΠΔ του 1997).

Κάποιοι κύκλοι ηλεκτρολόγων-μηχανολόγων μηχανικών προσπάθησαν την περίοδο 1992 να εντάξουν τα έργα Πληροφορικής στο γνωστικό τους πεδίο. Το αποτέλεσμα ήταν κάποια σχέδια ΠΔ και ένα σχέδιο νόμου που αποσκοπούσαν στην δημιουργία δύο νέων κατηγοριών δημοσίων έργων: Τα έργα υλικού (Hardware) και τα έργα λογισμικού (Software). Παράλληλα έγινε μια μεγάλη θεσμική αλλαγή με την μετονομασία των τεσσάρων τμημάτων Ηλεκτρολόγων Μηχανικών (ΕΜΠ, Θεσσαλονίκης, Ξάνθης και Πάτρας) σε τμήματα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Η/Υ.

Την προσπάθεια ένταξης της Πληροφορικής στο καθεστώς των δημοσίων έργων υπονόμευσε η ΕΠΥ καθώς και επιχειρηματικοί κύκλοι που εκτίμησαν ότι αυτού του είδους η κατοχύρωση επαγγελματικών δικαιωμάτων θα τους εκτόπιζε από την αγορά πληροφορικής.

3.1.1 Πώς εκτελούνται τα δημόσια έργα

Τα δημόσια έργα στην Ελλάδα εκτελούνται σύμφωνα με το πλαίσιο που περιγράφεται στο νόμο 1418/84 και εξειδικεύεται με σειρά προεδρικών διαταγμάτων και Υπουργικών Αποφάσεων. Αρμόδιος φορέας να επιβλέπει την εκτέλεσή τους είναι το Υπουργείο Δημοσίων Έργων. Τα έργα χωρίζονται σε κατηγορίες (κατασκευαστικά, ηλεκτρολογικά, εγγείων βελτιώσεων κ.λ.π.) και σε καθεμιά κατηγορία υπάρχουν δύο μητρώα:

Το Μητρώο Εμπειρίας Κατασκευαστών (ΜΕΚ) στο οποίο εγγράφονται τα πρόσωπα (π.χ. μηχανικοί) τα οποία μπορούν να συμμετέχουν στην κατασκευή των έργων της συγκεκριμένης κατηγορίας. Οι εγγεγραμμένοι στο ΜΕΚ κάθε κατηγορίας έργων, ταξινομούνται με βάση τα έτη εμπειρίας τους σε τάξεις. Για την απόκτηση του πτυχίου μιας τάξης απαιτείται πτυχίο της αμέσως κατώτερης τάξης και ορισμένα έτη εμπειρίας στην κατασκευή έργων της οικείας κατηγορίας.

Το Μητρώο Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (ΜΕΕΠ) στο οποίο εγγράφονται οι κατασκευαστικές εταιρείες που μπορούν να αναλαμβάνουν την εκτέλεση έργων της συγκεκριμένης κατηγορίας. Οι επιχειρήσεις ταξινομούνται και αυτές κατά τάξεις ανάλογα με την εμπειρία τους, το μετοχικό τους κεφάλαιο, το προσωπικό που διαθέτουν κ.λ.π.

Όταν πρόκειται να κατασκευαστεί ένα δημόσιο έργο ακολουθείται μια σαφώς ορισμένη διαδικασία που ξεκινά με την προκήρυξη της μελέτης του. Αφού ανατεθεί η μελέτη μέσα από μειοδοτικό διαγωνισμό, ολοκληρωθεί και παραδοθεί στο φορέα που θα εκτελέσει το έργο, ακολουθεί η δημοπράτηση του έργου του ίδιου που γίνεται σύμφωνα με τις προδιαγραφές και τις οδηγίες που περιλαμβάνονται στη μελέτη του. Στο διαγωνισμό για την επιλογή αναδόχου που θα εκτελέσει το έργο συμμετέχουν εταιρείες εγγεγραμμένες στο αντίστοιχο ΜΕΕΠ και σε τάξη που αντιστοιχεί προς τον προϋπολογισμό του έργου. Αφού επιλεγεί ο ανάδοχος (εργολάβος) αρχίζει η εκτέλεση του έργου υπό την επίβλεψη του αντίστοιχου δημόσιου φορέα. Μετά την ολοκλήρωση του έργου, ακολουθεί η παράδοσή του κατά την οποία ελέγχεται η τήρηση των προδιαγραφών και η ποιότητα της κατασκευής.

Είναι σαφές από τα παραπάνω ότι η ένταξη των έργων πληροφορικής στο καθεστώς των δημοσίων έργων, αντιστοιχεί στη δημιουργία μίας ή περισσοτέρων νέων κατηγοριών δημοσίων έργων, τη δημιουργία των αντίστοιχων ΜΕΚ και ΜΕΕΠ, τον προσδιορισμό προδιαγραφών και κανόνων για την μελέτη και την εκτέλεσή τους.

3.1.2 Βασικά χαρακτηριστικά της πρότασης του ΤΕΕ

Η πρόταση του ΤΕΕ περιείχε τα εξής χαρακτηριστικά:

Δημιουργία δύο νέων κατηγοριών έργων: Τα έργα υλικού (Hardware) και τα έργα λογισμικού (Software)

Απόδοση δικαιωμάτων στα έργα υλικού σε παραδοσιακού κλάδους μηχανικών (Μηχανολόγοι, Ηλεκτρολόγοι).

Απόδοση δικαιωμάτων στα έργα λογισμικού στους αποφοίτους μη πολυτεχνικών τμημάτων Πληροφορικής

Ένταξη των αποφοίτων μη πολυτεχνικών τμημάτων Πληροφορικής σε μια ειδική κατηγορία μελών του ΤΕΕ χωρίς πλήρη δικαιώματα.

Επιχειρώντας μια συνοπτική αξιολόγηση της πρότασης αυτής, μπορούμε να αναφέρουμε ότι είχε το αναμφισβήτητα θετικό στοιχείο της αξιοποίησης ενός δοκιμασμένου θεσμικού πλαισίου και επεδίωκε την επέκταση της εφαρμογής του για την Πληροφορική. Το κυριότερο αρνητικό στοιχείο της ήταν η απονομή δικαιωμάτων σε κλάδους μηχανικών που δεν είχαν άμεση σχέση με την Πληροφορική και τον κατακερματισμό των έργων Πληροφορικής σε δύο κατηγορίες ακολουθώντας μια διάκριση που είχε ήδη αρχίσει να ξεπερνιέται από τις τεχνολογικές εξελίξεις. Επιπλέον, ένα στοιχείο που οδήγησε στην αποτυχία της πρότασης ήταν ότι οι παραδοσιακοί κλάδοι μηχανικών του ΤΕΕ και ιδιαίτερα οι κλάδοι των παραδοσιακών κατασκευών (πολιτικοί μηχανικοί, αρχιτέκτονες κ.λ.π.) δεν έδειξαν ενδιαφέρον με αποτέλεσμα η ηγεσία του ΤΕΕ που αποτελείται κυρίως από αυτούς να μην υποστηρίξει την προσπάθεια. Ταυτόχρονα όμως, το ΤΕΕ υπονόμευσε την πρόταση της ΕΠΥ με τη λογική ότι δεν ήταν δική του!

3.2 Η προσπάθεια της ΕΠΥ για τη δημιουργία δομών πιστοποίησης

Η ΕΠΥ την ίδια περίοδο πρότεινε τη δημιουργία Επιμελητηρίου Πληροφορικής στο οποίο θα εντάσσονταν εκτός από τους πτυχιούχους Πληροφορικής, όλοι όσοι είχαν κάποιου είδους επαγγελματική ενασχόληση με την Πληροφορική ακόμη και όσοι δεν διέθεταν πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ!. Παράλληλα, η ΕΠΥ ως μέλος του CEPIS υποστήριξε την υιοθέτηση της Επαγγελματικής Δομής Ικανοτήτων Πληροφορικής - ΕΔΙΠ (European Informatics Skill Structure - EISS) με διακριτές βαθμίδες ξεκινώντας από τη βαθμίδα του απλού χρήστη. Το προτεινόμενο επιμελητήριο θα ήταν αρμόδιο να απονέμει πτυχία με βάση αυτή τη δομή στα μέλη του κατόπιν κάποιας διαδικασίας αξιολόγησης της επαγγελματικής τους εμπειρίας. Προχώρησε μάλιστα στην εκπόνηση μιας πρότασης για το προσοντολόγιο - καθηκοντολόγιο Πληροφορικής στο Δημόσιο Τομέα στα πλαίσια του προγράμματος Κλεισθένης του Υπουργείου Εσωτερικών η οποία μελέτη παρέμεινε στα χαρτιά.

3.2.1 Το ζήτημα της πιστοποίησης

Με τον όρο πιστοποίηση (certification) εννοούμε μια διαδικασία βεβαίωσης γνώσεων και ικανοτήτων πάνω σε συγκεκριμένα προϊόντα πληροφορικής τα οποία σχετίζονται με συγκεκριμένες γνωστικές περιοχές της επιστήμης αυτής. Η πολυπλοκότητα των πληροφορικών αγαθών και η ρευστότητα των πραγμάτων στην επιστήμη και την αγορά πληροφορικής είναι μεγάλη. Η επικράτηση προϊόντων και τεχνολογιών εξαρτάται όχι μόνο από την ποιότητά τους αλλά και από την αποδοχή τους από την αγορά. Οι μεγάλες εταιρείες πληροφορικής παγκοσμίως υποστηρίζοντας τα προϊόντα και τις τεχνολογίες που αναπτύσσουν προσφέροντας εκπαιδευτικά προγράμματα που καταλήγουν στην απόκτηση κάποιων πιστοποιητικών. Τα προγράμματα αυτά προσφέρονται μέσα από διάφορες εναλλακτικές διαδικασίες που ξεκινούν από την παραδοσιακή διδασκαλία μαθημάτων σε εξειδικευμένα (πιστοποιημένα) εκπαιδευτικά κέντρα, περνούν στην εξ? αποστάσεως εκπαίδευση με ή χωρίς εκπαιδευτή, από υβριδικά μεταξύ των παραπάνω σχήματα και φτάνουν στην μέθοδο της αυτομόρφωση με μοναδική απαίτηση τη συμμετοχή σε κάποιες εξετάσεις.

Οι πιστοποιήσεις των μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών πληροφορικής δίνονται είτε αυτοτελώς, είτε σε σύνολα οπότε αποκτάται εκτός από το πιστοποιητικό και κάποιος τίτλος. Τα επιχειρήματα προκειμένου να προσελκύσουν φυσικά πρόσωπα αλλά και εταιρείες προς πιστοποίηση είναι πολλά και διάφορα από τη βελτίωση της παραγωγικότητας των εργαζομένων, τη διευκόλυνση των προσλήψεων, την ταχύτερη εξεύρεση εργασίας κ.λ.π. Προτείνουν ένα μοντέλο δια βίου εκπαίδευση όπου η κατάρτιση και η πιστοποίηση βαρύνουν κυρίως τον εργαζόμενο που στις περιόδους της ανεργίας θα πρέπει να καταρτίζεται και να πιστοποιείται για να μπορέσει να βρει εργασία. Στο πλαίσιο αυτό κανείς δε δίνει σημασία στην ποιότητα αλλά και στον ιστορικό ρόλο των ίδιων των πιστοποιητικών για την αναγνώριση των οποίων αρκεί η δήλωσή τους και η de facto διάδοση των προϊόντων τους στην αγορά. Οι υπάρχουσες ακαδημαϊκές αξιολογήσεις των προγραμμάτων πιστοποίησης είναι ελάχιστες και από ιδρύματα που δεν συγκαταλέγονται ανάμεσα στα κορυφαία τεχνικά πανεπιστήμια ανά τον κόσμο. Η πολιτική των διεθνών εταιρειών πληροφορικής είναι ιδιαίτερα επιθετική, σε συνδυασμό δε με τον οικονομικό μαρασμό που απειλεί τα πανεπιστημιακά ιδρύματα στην εποχή μας, δημιουργεί το έδαφος για παρεμβάσεις στα εκπαιδευτικά προγράμματά τους έναντι χρηματοδότησης και άλλων «παροχών». Με αυτό τον τρόπο, αφ΄ ενός εξαγοράζεται επιστημονική ποιότητα των προϊόντων και τεχνολογιών τους και αφ΄ ετέρου κερδίζονται πόντοι στο παιγνίδι της επικράτησης σε όλες τις ανοιχτές μάχες στην πληροφορική και τις επικοινωνίες.

3.2.2 Βασικά χαρακτηριστικά της πρότασης της ΕΠΥ

Η πρόταση της ΕΠΥ υιοθετούσε πλήρως το μοντέλο πιστοποίησης που προωθούν οι μεγάλες εταιρείες πληροφορικής και επιχειρούσε να το εμφανίσει ως "τεχνολογικά ουδέτερο". Το μοντέλο αυτό αμφισβητούσε καίρια το κύρος των τίτλων πληροφορικής και ιδιαίτερα των πανεπιστημιακών. Επιπλέον στηρίζονταν σε μια μετέωρη πρόταση για την καθιέρωση του EISS σε πανευρωπαϊκό επίπεδο κάτι που τελικά δεν έγινε. Η πρόταση προφανώς αποσκοπούσε στην "τακτοποίηση" διαφόρων προσώπων που ήθελαν να αποκτήσουν τίτλους στην Πληροφορική χωρίς να διαθέτουν επιστημονική μόρφωση στο αντικείμενο. Οι βασικές αιτίες της αποτυχίας ήταν αφενός η εναντίωση του ΤΕΕ και αφετέρου η έλλειψη επιστημονικής τεκμηρίωσης και επιστημονικού κύρους της ίδιας της πρότασης.

Παρά την αποτυχία της πρότασης, η "ιδέα" της πιστοποίησης και της αντικατάστασης των σπουδών πληροφορικής με σεμινάρια και κύκλους επαγγελματικής κατάρτισης, συνέχισε να προβάλλεται από διάφορους κύκλους και να δημιουργεί αρνητικές εξελίξεις σε διάφορους επιμέρους επαγγελματικούς χώρους με πρώτο αυτόν της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

4. Η παρούσα κατάσταση

Οι αποτυχημένες προσπάθειες του ΤΕΕ και της ΕΠΥ ουσιαστικά έγιναν στο πλαίσιο της συζήτησης για τον τρόπο εκτέλεσης των έργων του Β? ΚΠΣ. Καθεμιά από τις δύο αυτές προσπάθειες αποσκοπούσε στην ένταξη των αντίστοιχων έργων σε ένα καθεστώς που θα πριμοδοτούσε τους υποστηρικτές καθεμιάς από τις δύο προτάσεις. Τελικά δεν κατέστη δυνατόν να γίνει αποδεκτή καμία από τις δύο με αποτέλεσμα τα έργα πληροφορικής να συνεχίσουν να εκτελούνται με το καθεστώς των κρατικών προμηθειών με τραγικά αποτελέσματα όσον αφορά την ποιότητα και το κόστος τους.

Η μάχη για τον έλεγχο της αγοράς πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών μετά την ανάπαυλα της περιόδου 1996-2000, επανέρχεται στο προσκήνιο εν΄ όψει των έργων του Γ' Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και των Ολυμπιακών Έργων που βρίσκονται σε εξέλιξη. Το επιχειρησιακό πρόγραμμα "Κοινωνία της Πληροφορίας" συνολικού κόστους πάνω από ένα τρις δραχμών έχει γίνει το μήλο της έριδος μεταξύ διαφόρων εταιρειών. Επιπλέον η απελευθέρωση της αγοράς τηλεπικοινωνιών που έχει ήδη γίνει αλλά και της αγοράς ενέργειας που επίκειται δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση και τη γιγάντωση ιδιωτικών οργανισμών. Η σχέση της Πληροφορικής με τις νέες αυτές αγορές δεν είναι απλή. Τα ενεργειακά δίκτυα επιχειρείται να συνδυαστούν με δίκτυα επικοινωνιών ενώ περιλαμβάνουν τα ίδια πολύπλοκα συστήματα πληροφορικής.

Εξάλλου μεγάλα έργα Πληροφορικής σχετίζονται με την διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων. Μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες που εμπλέκονται στην κατασκευή τους, επιχειρούν την είσοδό τους στην αγορά πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών αξιοποιώντας τα τεράστια κεφάλαια που διαθέτουν αλλά και τις υποδομές που αναπτύσσουν ή πρόκειται να αναπτύξουν. Η κατάσταση περιπλέκεται από τη τάση μεγάλων πολυεθνικών να αποκτήσουν ρόλο στην ελληνική οικονομία και να ελέγξουν κατά το δυνατόν τις νέες αγορές που δημιουργούνται.

Η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει μια μεγάλη πρόκληση που συνοψίζεται στο δίλημμα: Να προτιμηθεί η εκτέλεση των μεγάλων έργων από ξένες κοινοπραξίες ή να ενισχυθεί η εγχώρια παραγωγή τεχνολογίας; Είναι βέβαιο ότι τα χρονικά περιθώρια ιδιαίτερα για τα Ολυμπιακά Έργα σε συνδυασμό με τις έντονες πιέσεις ξένων κέντρων ωθούν την ελληνική κυβέρνηση να δημοπρατεί "πακέτο" τα έργα αυτά οπότε η ανάπτυξη των σχετικών πληροφορικών συστημάτων και τηλεπικοινωνιακών δικτύων θα γίνει από τους ξένους με τεράστιες συνέπειες για την ελληνική οικονομία που θα παραμείνει περιφερειακή, σε θέση καταναλωτή των τεχνολογιών των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων.

4.1 Η παλιά διαμάχη εμφανίζεται εκ νέου

Σε αυτό το πλαίσιο η διαμάχη της περιόδου 1992-1995 εμφανίστηκε εκ νέου. Κύκλοι του ΤΕΕ με προσβάσεις στο Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών προωθούν ρυθμίσεις για τη δημιουργία δύο νέων κατηγοριών δημοσίων έργων: Τα έργα Πληροφορικής και τα έργα Τηλεπικοινωνιών. Κύκλοι της ΕΠΥ και του ΣΕΠΕ (Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών) με προσβάσεις στο Υπουργείο Εσωτερικών αντιδρούν και προωθούν δομές πιστοποίησης ξεκινώντας από τη δημιουργία δικτύου πιστοποίησης βασικών γνώσεων χρήσης υπολογιστών.

Την ίδια στιγμή, το Υπουργείο Παιδείας συνεχίζει να εφαρμόζει πολιτικές εξευτελισμού της Πληροφορικής και των Πληροφορικών (διορισμοί στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, μεταπτυχιακά προγράμματα μετατροπής, μαζική αύξηση των εισακτέων στα τμήματα Πληροφορικής ΑΕΙ και ΤΕΙ) ενώ ταυτόχρονα προωθεί την ανωτατοποίηση των ΤΕΙ και την εξίσωση των Πολυτεχνικών Πτυχίων με μεταπτυχιακά "Διπλώματα Προχωρημένων Σπουδών".

Το ΤΕΕ αδυνατεί να παρέμβει ουσιαστικά αφενός λόγω της παραδοσιακής αποχής του από το χώρο της εκπαίδευσης αφετέρου λόγω των σοβαρών εσωτερικών προβλημάτων (κρίση ηγεσίας) που αντιμετωπίζει εδώ και δύο χρόνια περίπου.

4.2 Η πρόταση του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών

Το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών, μετά την ψήφιση του νόμου 2867/2000 για την απελευθέρωση των Τηλεπικοινωνιών είχε αναλάβει να επεξεργαστεί προεδρικό διάταγμα για τον καθορισμό των προδιαγραφών και των κανόνων για την εκτέλεση δημοσίων έργων Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών. Το διάταγμα αυτό θα έπρεπε στη συνέχεια να εγκριθεί από τρία συναρμόδια Υπουργεία: το Υπουργείο Δημοσίων Έργων, το Υπουργείο Ανάπτυξης, και το Υπουργείο Εσωτερικών. Το Φεβρουάριο του 2002, υπήρξαν δημοσιεύματα στον ημερήσιο τύπο ότι η επεξεργασία του διατάγματος είχε ολοκληρωθεί και το σχέδιο ΠΔ είχε αποσταλεί στα τρία συναρμόδια υπουργεία για έγκριση. Από την πρώτη στιγμή, η ΕΠΥ και ο ΣΕΠΕ διατύπωσαν με έντονο τρόπο τις αντιρρήσεις τους και ισχυρίστηκαν ότι υπονομεύεται η αγορά Πληροφορικής με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις.

Τι περιλαμβάνουν όμως οι ρυθμίσεις αυτές και γιατί διαφωνούν η ΕΠΥ και ο ΣΕΠΕ; Οι πληροφορίες λένε ότι το σχέδιο αυτό δημιουργεί δύο νέες κατηγορίες δημοσίων έργων (τηλεπικοινωνιών και πληροφορικής) και θέτει τις προϋποθέσεις για εγγραφή στα αντίστοιχα μητρώα (ΜΕΚ και ΜΕΕΠ). Ειδικά για τα ΜΕΚ, προτείνονται τα εξής:

Στο ΜΕΚ έργων Τηλεπικοινωνιών εντάσσονται οι εξής κατηγορίες μηχανικών: Ηλεκτρολόγοι Μηχανολόγοι, Ηλεκτρολόγοι, Μηχανολόγοι, Ηλεκτρονικοί, Ηλεκτρολόγοι και Μηχανικοί Η/Υ, Πληροφορικής και Μηχανικοί Η/Υ. Επίσης εντάσσονται οι πτυχιούχοι Φυσικοί που έχουν και ενδεικτικό Ραδιοηλεκτρολογίας ή Ηλεκτρονικού Αυτοματισμού.

Στο ΜΕΚ έργων Πληροφορικής εντάσσονται οι Ηλεκτρολόγοι Μηχανικοί και Μηχανικοί Υπολογιστών, οι Μηχανικοί Η/Υ και Πληροφορικής, οι Ηλεκτρονικοί Μηχανικοί και Μηχανικοί Υπολογιστών καθώς και οι πτυχιούχοι τμημάτων Πληροφορικής, Επιστήμης Υπολογιστών και Εφαρμοσμένης Πληροφορικής ΑΕΙ.

Επίσης στα παραπάνω ΜΕΚ εντάσσονται και οι πτυχιούχοι αντίστοιχων ΤΕΙ με τουλάχιστον τριετή επαγγελματική εμπειρία. Στα ΜΕΕΠ εντάσσονται επιχειρήσεις που διαθέτουν αντίστοιχο προσωπικό και πληρούν και τις υπόλοιπες προϋποθέσεις (μετοχικό κεφάλαιο, έτη εμπειρίας κ.λ.π.).

Δεν είναι λοιπόν δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί διαφωνούν τόσο ο ΣΕΠΕ όσο και η ΕΠΥ με αυτές τις ρυθμίσεις: Διότι η συντριπτική πλειοψηφία των μελών τους αποκλείονται από τα έργα Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών εφόσον δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για εγγραφή στα ΜΕΕΠ και ΜΕΚ αντίστοιχα.

4.3 Η τακτική της ΕΠΥ

Η αναβίωση της διαμάχης για τα επαγγελματικά δικαιώματα των Πληροφορικών, βρίσκει την ΕΠΥ στην κορύφωση της προσπάθειάς της για de facto επιβολή διαδικασιών πιστοποίησης στην Πληροφορική. Όπως αναφέρεται στον απολογισμό πεπραγμένων του Διοικητικού της Συμβουλίου για την περίοδο 2000-2002:

"Θεωρούμε πως μια από τις σημαντικότερες πρωτοβουλίες της ΕΠΥ την τελευταία διετία υπήρξε η προώθηση και καθιέρωση στην Ελλάδα του European Computer Driving License (ECDL). Η ΕΠΥ μέσω του ECDL έχει καταφέρει να καθιερωθεί ως φορέας καινοτομίας και να δραστηριοποιήσει τα μέλη της ανά την Ελλάδα, ορίζοντάς τους στις κατά τόπους εξετάσεις ως αμειβόμενους ελεγκτές. Με αυτό τον τρόπο δίνουμε ένα πρόσθετο κίνητρο στα μέλη μας να μας εκπροσωπούν ως ένωση επιστημόνων και να κρατάμε επαφή και επικοινωνία και με τα εκτός Αθηνών μέλη μας...

Μια άλλη σημαντική παρέμβαση της ΕΠΥ μέσα στο 2001 υπήρξε η ανακοίνωση στην Ελλάδα του EUCIP (European Certification for Informatics Professionals), δηλ. του προγράμματος πιστοποίησης των επαγγελματιών ΤΠΕ και συναφών με αυτό επαγγελμάτων. Η ΕΠΥ είναι από τους βασικούς παράγοντες ανάπτυξης του προγράμματος αυτού για όλη την Ευρώπη και συμμετέχει μαζί με την CEPIS και άλλες 5 εταιρείες πληροφορικής στο έργο επικύρωσης του στην αγορά στα πλαίσια του TEN TELECOM της Ευρωπαϊκής Επιτροπής....

Παράλληλα η ΕΠΥ ανέλαβε να πιστοποιεί εκπαιδευτήρια (Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών, Φροντιστήρια, Εκπαιδευτικούς Οργανισμούς κ.ά.) σε Κέντρα Εκπαίδευσης στην Πληροφορική."

Είναι σαφές ότι μετά την αποτυχία της ΕΔΙΠ την περίοδο 1992-1995, η ΕΠΥ επανέρχεται με νέους τίτλους και στόχο τη δημιουργία μηχανισμών πιστοποίησης που κινούνται στο χώρο της παραπαιδείας. Υπάρχουν μάλιστα πάρα πολλές καταγγελίες από συναδέλφους που εξεδήλωσαν την επιθυμία να γίνουν εκπαιδευτές στο ECDL ότι υποχρεώθηκαν να πιστοποιηθούν σε αυτό (σε χρήση εφαρμογών γραφείου!).

Η τακτική αυτή της ΕΠΥ συνδέεται με την προσπάθειά της να προσελκύσει μέλη με το δέλεαρ της αμοιβής τους ως εξεταστές ή εκπαιδευτές σε σεμινάρια κατάρτισης. Αν κρίνει κανείς από την πορεία των κινήσεων αυτών, η συντριπτική πλειοψηφία των ατόμων που προσελκύει δεν είναι πτυχιούχοι Πληροφορικής γεγονός που επιβεβαιώνει την εικόνα της ΕΠΥ ως φορέα εκπροσώπησης των σφετεριστών του τίτλου του πληροφορικού.

5. Επίλογος

Τα επαγγελματικά δικαιώματα των πληροφορικών παραμένουν απροσδιόριστα, 20 χρόνια μετά από την έναρξη λειτουργίας του πρώτου τμήματος Πληροφορικής (Τμήμα Μηχανικών Η/Υ και Πληροφορικής του Πανεπιστημίου της Πάτρας). Ως κύρια αιτία αυτής της τραγικής καθυστέρησης θεωρούμε και τη δική μας αδράνεια που οφείλεται στην έλλειψη ενός ενιαίου φορέα αυθεντικής εκπροσώπησης των Πληροφορικών. Αυτός ήταν και ο κύριος λόγος που μας οδήγησε στη δημιουργία της Ένωσης Πληροφορικών Ελλάδας (ΕΠΕ). Η ΕΠΕ ιδρύθηκε επίσημα το Φεβρουάριο του 2001 και έχει σήμερα οκτώ παραρτήματα σε όλη την Ελλάδα (Χανιά, Ηράκλειο, Καρδίτσα, Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ιωάννινα, Καβάλα, Λάρισα). Σύμφωνα και με το καταστατικό της το οποίο μπορείτε να το βρείτε στην διεύθυνση www.epe.org.gr, οι βασικοί στόχοι της είναι να κατοχυρώνει, να υπερασπίζει και να διευρύνει τα επαγγελματικά δικαιώματα των μελών της. Να φροντίζει την διεκδίκηση οικονομικών, επαγγελματικών και κοινωνικών συμφερόντων καθώς και την βελτίωση των όρων άσκησης του επαγγέλματος για τα μέλη της. Ένας άλλος βασικός στόχος είναι να κατοχυρωθεί το αποκλειστικό δικαίωμα των πληροφορικών να διορίζονται σε θέσεις Πληροφορικής στην Εκπαίδευση, της Δημόσιες επιχειρήσεις και Οργανισμούς, την Δημόσια Διοίκηση, τις Ιδιωτικές Επιχειρήσεις και γενικά κάθε παραγωγική μονάδα. Έτσι έχουμε βάλει ως στρατηγικούς στόχους την δημιουργία μητρώου Πληροφορικών και την δημιουργία Επιμελητηρίου Πληροφορικής ώστε να μπορέσουμε μέσα από εκεί να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας.