Όλα τα Άρθρα

Δημόσια Παρέμβαση της ΕΠΕ εν όψει των εκλογών της 4ης Οκτωβρίου 2009

Δημόσια Παρέμβαση της Ένωσης Πληροφορικών Ελλάδας εν όψει των εκλογών της 4ης Οκτωβρίου 2009

Αθήνα, 28 Σεπτεμβρίου 2009

 

Ι. Εισαγωγή

Σύμφωνα με την πρόσφατη Έκθεση Ανταγωνιστικότητας 2009-2010 η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας επιδεινώνεται. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνουν οι αναλυτές του διεθνούς οργανισμού, μερικοί από τους βασικούς παράγοντες που πνίγουν την ελληνική οικονομία είναι η διαφθορά, η έλλειψη καινοτομίας, το αναξιοποίητο επιστημονικό δυναμικό υψηλής κατάρτισης, η απουσία έρευνας και ανάπτυξης, η άνευρη και χωρίς φαντασία επιχειρηματικότητα η οποία συνθλίβεται στους γραφειοκρατικούς κρατικούς μηχανισμούς, η υπερ-πληθώρα  ρυθμίσεων και φορολογικών διατάξεων που συγκρούονται μεταξύ τους και στην ουσία ακυρώνονται, η μακροοικονομική αστάθεια, η εγκληματικότητα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η χώρα μας έπεσε τέσσερις θέσεις αναφορικά με την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της. Σύμφωνα με την ίδια έκθεση που αφορά την περίοδο 2009 - 2010, η Ελλάδα βρίσκεται στην 71η θέση από την 67η θέση που κατείχε την περίοδο 2008 - 2009 και την 65η που κατείχε την περίοδο 2007 - 2008 στην παγκόσμια λίστα της ανταγωνιστικότητας, η οποία φέτος περιλαμβάνει 133 χώρες. Το Καζακστάν, η Μποτσουάνα, το Μαυροβούνιο εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις σε σύγκριση με την Ελλάδα, παρά την οικονομική κρίση και τα τεράστια διεθνή οικονομικά προβλήματα.

Η ελληνική οικονομία απέχει πολύ από αυτό που ονομάζεται καινοτόμος οικονομία, βασισμένη σε νέες ιδέες και ευέλικτες δομές, που προωθεί την επιχειρηματική πρωτοβουλία με τη βοήθεια της ψηφιακής τεχνολογίας και άλλων σύγχρονων οικονομικών μέσων. Ειδικότερα στον τομέα της καινοτομίας η ελληνική οικονομία εμφανίζει τις χειρότερες επιδόσεις, κατέχοντας την 101η θέση στην παγκόσμια λίστα. Από την άλλη πλευρά εμφανίζει υψηλά ποσοστά επιστημόνων, οι οποίοι όμως δεν συμμετέχουν ενεργά στην παραγωγική διαδικασία. Χαμηλές είναι οι επιδόσεις της χώρας μας στην έρευνα και στην ανάπτυξη, ενώ ταυτόχρονα ο ιδιωτικός τομέας υστερεί σημαντικά σε αυτό το επίπεδο καθώς χαρακτηρίζεται από μειωμένες επενδύσεις στον τομέα αυτό.

Σημαντική είναι η επισήμανση των αναλυτών του World Economic Forum ότι το μέλλον ανήκει στις οικονομίες που θα μπορέσουν να ενισχύσουν την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά τους, προσελκύοντας επενδύσεις με στόχο την καινοτομία. Οι τριγμοί που δέχεται η πραγματική οικονομία διεθνώς θα συνεχιστούν και είναι αρκετές οι χώρες που θα συνεχίσουν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της κρίσης, κυρίως στον τομέα της κατανάλωσης και της απασχόλησης.

Η παρέμβασή μας αυτή επιδιώκει να θέσει τις βάσεις ενός ουσιαστικού πολιτικού διαλόγου για τα ζητήματα που συνδέονται με την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας και την αξιοποίηση του υφιστάμενου επιστημονικού δυναμικού στον κλάδο που πρωτοστατεί διεθνώς στις προσπάθειες οικονομικής αναδιάρθρωσης, τον κλάδο των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ). Ο κλάδος μας βιώνει μια ζοφερή πραγματικότητα με κύρια ευθύνη, δυστυχώς, της πολιτικής ηγεσίας του τόπου, η οποία εξακολουθεί να λαμβάνει αποσπασματικά μέτρα, αγνοώντας την ανάγκη θεσμικών αλλαγών.

Η Ένωση Πληροφορικών Ελλάδας έχει ήδη διατυπώσει προς τις Δημόσιες Αρχές και τους εμπλεκόμενους Κοινωνικούς Εταίρους προτάσεις που μπορούν να βοηθήσουν τον κλάδο να εξέλθει από το τέλμα και να τον θέσουν στην τροχιά της ανάπτυξης. Θεωρούμε σκόπιμο να παρουσιάσουμε διά του παρόντος τις προτάσεις μας συνοπτικά, επιδιώκοντας μια ευρύτερη συναίνεση μεταξύ των πολιτικών κομμάτων στις κατευθύνσεις διαμόρφωσης της ατζέντας μιας ουσιαστικής δημόσιας συζήτησης για μια πραγματική Ψηφιακή Στρατηγική που μπορεί να βγάλει τη χώρα από το τέλμα και να εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις επιβίωσης του ελληνισμού στη νέα, πολύπλοκη και γεμάτη προκλήσεις, διεθνή πραγματικότητα.

ΙΙ. Βραχυπρόθεσμα μέτρα

Ως πρώτο βήμα, θεωρούμε απαραίτητη τη διατύπωση ρητών δεσμεύσεων από όλα τα πολιτικά κόμματα και τους υποψηφίους σε σχέση με τα αναγκαία βραχυπρόθεσμα μέτρα που θα εξασφαλίσουν την ανατροπή των στρεβλώσεων του πρόσφατου παρελθόντος. Προτείνουμε, λοιπόν, σε ένα ορίζοντα 1-2 ετών την εφαρμογή των παρακάτω μέτρων:

Α. Θεσμικά μέτρα

  1. Άμεση δημιουργία Εθνικού Επιμελητηρίου Πληροφορικής και Επικοινωνιών – ΕΘΕΠΕ (http://www.epe.org.gr/various/EThEEP.zip) ως απαραίτητης προϋπόθεσης για τη συμμετοχή των πληροφορικών στο σχεδιασμό και την εφαρμογή της δημόσιας ψηφιακής πολιτικής. Για το θέμα αυτό η Ένωση Πληροφορικών Ελλάδας έχει καταθέσει στις αρμόδιες αρχές, από το Φεβρουάριο του 2004, ολοκληρωμένη πρόταση νόμου την οποία έχουν προσυπογράψει 2300 Πληροφορικοί. Η αναγκαιότητα ίδρυσης του ΕΘΕΠΕ συνομολογείται από όλους τους αρμόδιους φορείς, αλλά η θεσμοθέτησή του προσκρούει σε συντεχνιακές αντιαναπτυξιακές λογικές. Ο κλάδος πλέον αποτελείται από δεκάδες χιλιάδες αποφοίτους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, πολλών διαφορετικών ειδικοτήτων, και απαιτείται η θεσμοθέτηση του επιμελητηρίου που θα τους εκφράσει.
  2. Ίδρυση Υπουργείου Πληροφορικής και Επικοινωνιών, όπως προτείνεται και από άλλους φορείς του κλάδου, ή ανάθεση των σχετικών αρμοδιοτήτων στο πλησιέστερο από πλευράς αντικειμένου υφιστάμενο υπουργείο, ώστε να εξασφαλιστεί ο σχεδιασμός και η εφαρμογή ενιαίας κυβερνητικής στρατηγικής για την υπέρβαση της σημερινής κατάστασης σύγκρουσης αρμοδιοτήτων μεταξύ υπουργείων, που οδηγεί σε ματαίωση σημαντικών πολιτικών αποφάσεων και τη λήψη αποσπασματικών μέτρων. 
  3. Άμεση ενεργοποίηση των εξουσιοδοτικών διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας που αφορά την οργάνωση των τηλεπικοινωνιών και τα δημόσια έργα/μελέτες που αναφέρονται στην έκδοση κανονιστικών πράξεων σχετικών με την κατάρτιση και εκπόνηση συμβάσεων μελετών, συμβάσεων υλοποίησης έργων και συμβάσεων παροχής υπηρεσιών Τηλεπικοινωνιών και Πληροφορικής καθώς και σχετικών με τον καθορισμό των προδιαγραφών που πρέπει να πληροί η μελέτη, η κατασκευή, η συντήρηση και η επίβλεψη τηλεπικοινωνιακών εγκαταστάσεων και εγκαταστάσεων πληροφορικής. Δημιουργία Μητρώου Μελετητών Εργοληπτών έργων Πληροφορικής και Επικοινωνιών καθώς και Μητρώου Εργοληπτικών Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών στα πλαίσια των σχετικών ρυθμίσεων. Εφαρμογή των διατάξεων του ΠΔ 44/2009 για την επαγγελματική κατοχύρωση των πληροφορικών.
  4. Δημιουργία φορέα με στόχο την υψηλή και αποτελεσματική ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών. Ο φορέας αυτός, σε συνεργασία με άλλους αρμόδιους φορείς (π.χ. Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, SafeNet, Υπηρεσία Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, κ.λπ.) θα συνεισφέρει στη δημιουργία ενός «πολιτισμού» και του αντίστοιχου θεσμικού πλαισίου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών προς όφελος των Ελλήνων πολιτών, καταναλωτών, παραγωγικών μονάδων και δημοσίων οργανισμών και συνεπώς θα βοηθήσει την ανάπτυξη και την ομαλή ανάπτυξη των ΤΠΕ στην Ελλάδα.

Β. Μέτρα για το δημόσιο τομέα:

  1. Κατάργηση των αντιεπιστημονικών διακρίσεων ανάμεσα σε ειδικότητες software και hardware στους κλάδους Πληροφορικής (όπου δεν έχουν ακόμη καταργηθεί) όπως επίσης και της αναχρονιστικής δυνατότητας διορισμού σε θέσεις ΠΕ και ΤΕ Πληροφορικής προσώπων που δεν διαθέτουν βασικό τίτλο σπουδών Πληροφορικής από τμήμα Πληροφορικής. Όλοι οι πτυχιούχοι πληροφορικής και μόνο αυτοί θα πρέπει να έχουν δικαίωμα διορισμού κατά κατηγορία (ΑΕΙ, ΙΕΚ, ΤΕΕ) στις οικείες θέσεις του δημόσιου τομέα. Η ΕΠΕ έχει αξιολογήσει το πρόγραμμα σπουδών των διαφόρων τμημάτων ΑΕΙ της χώρας μας (διαθέσιμο ηλεκτρονικά στο http://review.epe.org.gr) και με βάση αυτή την αξιολόγηση έχει προσδιορίσει ποια είναι τα πραγματικά τμήματα Πληροφορικής που πρέπει να εντάσσονται στους κλάδους Πληροφορικής.
  2. Ίδρυση διευθύνσεων ή τμημάτων Πληροφορικής και Επικοινωνιών σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμούς ανάλογα με το μέγεθός τους και στελέχωσή τους από πληροφορικούς. Παράλληλα, αλλαγή των οργανισμών των φορέων ώστε να προΐστανται στις οργανικές μονάδες πληροφορικής υπάλληλοι κλάδου πληροφορικής και μόνο ελλείψει τέτοιων υπαλλήλων να προΐστανται υπάλληλοι άλλων κλάδων. 
  3. Σταδιακή επιμόρφωση των Δημοσίων Υπαλλήλων στις ΤΠΕ μέσα από ειδικά προγράμματα που θα εκπονηθούν και θα εκτελεστούν με ευθύνη κατάλληλου επιστημονικού προσωπικού που θα διαθέτει, ως ελάχιστο προσόν, βασικό τίτλο σπουδών Πληροφορικής.
  4. Προγραμματισμός της σταδιακής μετάταξης στους φυσιολογικούς τους κλάδους των δημοσίων υπαλλήλων και των εκπαιδευτικών άλλων ειδικοτήτων που εντάχθηκαν στους κλάδους Πληροφορικής και δεν διαθέτουν βασικό τίτλο σπουδών Πληροφορικής. Εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου, ώστε να μην υπάρχει δυνατότητα μετάταξης από άλλους κλάδους σε κλάδους Πληροφορικής χωρίς τα απαιτούμενα προσόντα (βασικό τίτλο σπουδών Πληροφορικής).
  5. Αναμόρφωση του προσοντολογίου του Δημοσίου. Ενδελεχής μελέτη του προσοντολογίου του δημοσίου για την ακριβή καταγραφή των αναγκών σε γνώσεις Πληροφορικής και χρήσης Η/Υ κατά κλάδο και αντίστοιχη καταγραφή των γνώσεων που αποκτούν οι απόφοιτοι όλων των βαθμίδων του εκπαιδευτικού συστήματος ώστε να υπάρξει αληθής αντιστοιχία μεταξύ τίτλων σπουδών και κλάδων του προσοντολογίου ως προς τις γνώσεις Πληροφορικής και χρήσης Η/Υ που απαιτούνται για κάθε θέση και αυτές που έχει ήδη κάθε υποψήφιος από τους τίτλους σπουδών του. Αναθεώρηση του προσοντολογίου του δημοσίου με βάση τη μελέτη αυτή.

Γ. Μέτρα για τον ιδιωτικό τομέα:

  1. Εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας στον κλάδο Πληροφορικής και Επικοινωνιών, ενεργοποίηση ελεγκτικών μηχανισμών, ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών εργασίας (προστασία πνευματικών δικαιωμάτων εργαζομένων, βελτίωση ωραρίου και μοντέλου αδειών) και δημιουργία ανταγωνιστικών συνθηκών για τον επαναπατρισμό και τη συγκράτηση του επιστημονικού δυναμικού.
  2. Επιτάχυνση και διεύρυνση των προγραμμάτων παροχής φθηνών ευρυζωνικών υπηρεσιών και διεύρυνση των δυνατοτήτων επιδότησης της εκπαίδευσης καθώς και της προμήθειας εξοπλισμού για τις παραγωγικές μονάδες και τους εργαζομένους, με παράλληλη ενθάρρυνση της χρήσης ελεύθερου λογισμικού και λογισμικού ανοικτού κώδικα.
  3. Περαιτέρω διεύρυνση των μέτρων για την ίδρυση παραγωγικών μονάδων Πληροφορικής και Επικοινωνιών και απλούστευση των σχετικών διαδικασιών (περιορισμός γραφειοκρατίας)  ιδιαίτερα για απόφοιτους Πληροφορικής Πανεπιστημιακής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης.

Δ. Μέτρα για την εκπαίδευση και τον ψηφιακό αλφαβητισμό:

  1. Καθορισμός της φυσιογνωμίας των τμημάτων Πληροφορικής και Επικοινωνιών Πανεπιστημίων και ΤΕΙ με βάση ενιαίο κορμό βασικών μαθημάτων που θα καθορισθεί σε συνεργασία με τα τμήματα Πληροφορικής και Επικοινωνιών και των φορέων εκπροσώπησης των τεχνικών επιστημόνων του κλάδου (πιθανώς με ευθύνη του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας). Περιορισμός της άκριτης ονοματολογίας των τμημάτων Πληροφορικής και Επικοινωνιών.
  2. Εξορθολογισμός των εισακτέων στα τμήματα Πληροφορικής και Επικοινωνιών Πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Μείωση του αριθμού των εισακτέων. Ισόρροπη ενίσχυση όλων των τμημάτων Πανεπιστημίων και ΤΕΙ για την ανάπτυξη των εργαστηριακών υποδομών τους και την πρόσληψη μόνιμου διδακτικού προσωπικού. Λήψη μέτρων έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί η ανεργία, η ετεροαπασχόληση και η μετανάστευση του επιστημονικού δυναμικού της χώρας μας.
  3. Θέσπιση αδιάβλητου συστήματος πιστοποίησης γνώσεων χρήσης υπολογιστών που θα ορίζει διακριτούς ρόλους και κριτήρια για τους φορείς εκπαίδευσης (θα πρέπει να λειτουργούν υπό το καθεστώς των φροντιστηρίων για να μη λειτουργούν ανεξέλεγκτα), τα εξεταστικά κέντρα, τους φορείς πιστοποίησης και τη δημόσια εποπτεύουσα αρχή. Το σύστημα αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει ένα κρατικό πιστοποιητικό χρήσης υπολογιστών και να μην υπονομεύει, ούτε να υποκαθιστά τους τίτλους σπουδών του επίσημου εκπαιδευτικού συστήματος, μεριμνώντας για την αναγνώριση των μαθημάτων πληροφορικής και χρήσης Η/Υ που περιλαμβάνει το πρόγραμμα σπουδών όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης.
  4. Σύνδεση της διδασκαλίας της Πληροφορικής με τις γενικότερες ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας και τις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας με την ενθάρρυνση της χρήσης ελεύθερου λογισμικού και λογισμικού ανοικτού κώδικα και την σύνδεση των μαθημάτων πληροφορικής που διδάσκονται στη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση με το προσοντολόγιο του δημοσίου ώστε να αποτελούν επαρκή απόδειξη για τη γνώση χρήσης Η/Υ.

ΙΙΙ. Προς μια Υψηλή Ψηφιακή Στρατηγική

Γενικά, η Υψηλή Στρατηγική, ως μεθοδολογία πολιτικού σχεδιασμού, αποσκοπεί στο να θέσει ιεραρχημένους στόχους λαμβάνοντας υπόψη το διεθνές περιβάλλον και την επιθυμητή θέση της Χώρας με σκοπό να κινητοποιήσει το ευρύτερο εθνικό δυναμικό και τους πόρους του έθνους με την ευρεία έννοια, προκειμένου να επιτύχει τους στόχους αυτούς. Οφείλει να επισημαίνει τις αδυναμίες αλλά και τις δυνατότητες σε εθνικό επίπεδο ώστε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τους κινδύνους και να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες ανάπτυξης. Η επεξεργασία της «Υψηλής Ψηφιακής Στρατηγικής» θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο συζητήσεων καταρχήν στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Αποτίμησης Τεχνολογίας του Κοινοβουλίου και στη συνεχεία να τεθεί σε ευρύ διάλογο στο Συμβούλιο Αποδήμου Ελληνισμού και στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή προκειμένου να κινητοποιήσει όλους τους φορείς σε μια πανεθνική προσπάθεια οικοδόμησης της Κοινωνίας της Πληροφορίας με όρους διαφάνειας, κοινωνικής δικαιοσύνης και αποτελεσματικότητας. Στη συνέχεια καταγράφουμε συνοπτικά:

  1. Την αναγκαιότητα και τους άξονες μιας πολιτικής αυτοδύναμης ανάπτυξης των ΤΠΕ, προκειμένου να εξασφαλισθεί η επιβίωση του ελληνισμού ως εθνική, ιστορική και πολιτισμική οντότητα στον σύγχρονο κόσμο.
  2. Την αναγκαιότητα για τη θεσμική και την επί της ουσίας διαμόρφωση της Κοινωνίας της Πληροφορίας, προκειμένου να προστατευθούν τα ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες υπό το πρίσμα των νέων δεδομένων που δημιουργεί η Κοινωνία της Πληροφορίας.
  3. Τη διάσταση της περιφερειακότητας και της διεθνούς συνεργασίας στα πλαίσια μιας Υψηλής Ψηφιακής Στρατηγικής και πώς αυτή μπορεί να υπηρετηθεί από το προτεινόμενο Εθνικό Επιμελητήριο Πληροφορικής και Επικοινωνιών.
  4. Την αξιοποίηση της Υψηλής Ψηφιακής Στρατηγικής με γενικότερη κινητοποίηση πόρων στα πλαίσια όλων των πτυχών του δημόσιου βίου.

Α. Η αναγκαιότητα και οι άξονες μιας πολιτικής αυτοδύναμης ανάπτυξης των ΤΠΕ

Η Πληροφορική και οι Επικοινωνίες αποτελούν σήμερα βασικούς παράγοντες ισχύος στο διεθνές περιβάλλον. Οι νέες τεχνολογίες αποτελούν πεδίο έντονου ανταγωνισμού καθώς η τεχνολογική υπεροχή ενός έθνους διαμορφώνει συνθήκες ευνοϊκές για οικονομική και πολιτική επικράτηση έναντι των ανταγωνιστών του. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος για τον οποίο οι ισχυρές βιομηχανίες των ΤΠΕ δεν ακολουθούν το σύγχρονο μοντέλο ανάπτυξης των συμβατικών βιομηχανιών, οι οποίες εύκολα μετακινούνται εκτός εθνικού εδάφους. Η επιθυμητή μείωση του κόστους παραγωγής στις βιομηχανίες των ΤΠΕ επιτυγχάνεται κυρίως μέσω της εισαγωγής φθηνού επιστημονικού δυναμικού (φαινόμενο «τεχνολογικής μετανάστευσης») και όχι με τη μαζική έξοδο των βιομηχανιών ΤΠΕ προς τις χώρες φθηνής εργασίας. Οι δραστηριότητες υπηρεσιών τείνουν και αυτές να συγκεντρωθούν στα μεγάλα διεθνή κέντρα τεχνολογικής ανάπτυξης αφήνοντας συνήθως μόνο τις εμπορικές δραστηριότητες μεταπώλησης, ανάπτυξης εφαρμογών και κατάρτισης χρηστών στα τεχνολογικά αναπτυσσόμενα έθνη.

Η στρατηγική που ακολουθούν οι τεχνολογικά αναπτυσσόμενες χώρες που επιθυμούν μια αυτοδύναμη ανάπτυξη των ΤΠΕ, κινείται σε τέσσερις άξονες:

  1. Συστηματική εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού στις ΤΠΕ.
  2. Συστηματική ενίσχυση της εγχώριας ανάπτυξης τεχνογνωσίας και τεχνολογίας.
  3. Συστηματική αξιοποίηση του Ελεύθερου Λογισμικού και Λογισμικού Ανοικτού Κώδικα.
  4. Συνεργασίες με άλλες χώρες που έχουν αντίστοιχες προτεραιότητες και στόχους.

Έχουν ήδη διαμορφωθεί δύο μεγάλες ομάδες χωρών που κινούνται προς μια αυτοδύναμη ανάπτυξη των ΤΠΕ, μία στη Λατινική Αμερική και μία στη Βόρεια Ευρώπη. Η Ελλάδα είναι ενταγμένη στην Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία έχει άμεσα οφέλη, οικονομικά και πολιτικά, από την ενίσχυση των προσπαθειών δημιουργίας εναλλακτικών πόλων ανάπτυξης των ΤΠΕ προκειμένου να αντιμετωπίσει την τάση αφαίμαξης της ευρωπαϊκής οικονομίας (απόσπαση μεγάλων κεφαλαίων για την πληρωμή πνευματικών δικαιωμάτων, τεχνολογική μετανάστευση). Δυστυχώς ως Χώρα δεν έχουμε αξιοποιήσει τις ευκαιρίες που υπήρξαν και δεν υπάρχουν πλέον περιθώρια για άλλα λάθη και καθυστερήσεις. Η υπανάπτυξη των ΤΠΕ προκαλεί τεράστια ζημιά στην εθνική μας οικονομία, με σημαντικότερη τη μετανάστευση χιλιάδων νέων επιστημόνων κάθε χρόνο προς αναζήτηση καλύτερων συνθηκών ακαδημαϊκής και επαγγελματικής σταδιοδρομίας. Αποδυναμώνει, όμως και την αμυντική ικανότητα της Χώρας, σε μια περίοδο ιδιαίτερα επικίνδυνη, καθώς δεν επιτρέπει την αυτοδύναμη ανάπτυξη εγχώριας Αμυντικής βιομηχανίας υψηλής τεχνολογίας. Επίσης δημιουργεί τις προϋποθέσεις μιας άνευ όρων πολιτιστικής αλλοτρίωσης στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης.

Πρέπει λοιπόν να ληφθούν οι γενναίες αποφάσεις στρατηγικής μορφής που θα ανατρέψουν την υφιστάμενη τεχνολογική εξάρτηση της Χώρας από συμφέροντα που κυριαρχούν στο χώρο των ΤΠΕ και επηρεάζουν όχι μόνο πολιτικές αποφάσεις αλλά ακόμη και συνειδήσεις προσώπων που λαμβάνουν τεχνικές αποφάσεις, δημιουργώντας εξαρτήσεις για τις μελλοντικές γενιές. Η Ελλάδα οφείλει να ακολουθήσει μια στρατηγική αυτοδύναμης ανάπτυξης των ΤΠΕ βασισμένη στους τέσσερις άξονες που αναφέρθηκαν για τους λόγους που ήδη εκθέσαμε και συνδέονται με την εθνική μας επιβίωση σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης, την ευρωπαϊκή μας προοπτική και την προστασία της εθνικής μας ταυτότητας.

Β. Η αναγκαιότητα για θεσμική διαμόρφωση της Κοινωνίας της Πληροφορίας

Στα πλαίσια μιας Υψηλής Ψηφιακής Στρατηγικής είναι ανάγκη να ερμηνευτούν εκ νέου τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των Πολιτών και της Πολιτείας υπό το πρίσμα των ραγδαίων τεχνολογικών εξελίξεων, καθώς και να διαμορφωθούν οι θεσμικές εγγυήσεις ομαλής μετάβασης σε μια ανοικτή, συμμετοχική και κοινωνικά δίκαιη Κοινωνία της Γνώσης. Ήδη έχει προστεθεί στο Σύνταγμα της Χώρας μας, με την τελευταία αναθεώρησή του, η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 5Α με την οποία ορίζεται ότι: «Καθένας έχει δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας. Η διευκόλυνση της πρόσβασης στις πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά, καθώς και της παραγωγής, ανταλλαγής και διάδοσής τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους». Η νέα αυτή Συνταγματική επιταγή παραμένει ακόμη ανερμήνευτη και, συνεπώς, χωρίς εφαρμογή, παρά το γεγονός ότι οι τεχνολογικές εξελίξεις επιβάλλουν τάχιστα την ενεργοποίηση της Πολιτείας προς την κατεύθυνση της διαμόρφωσης ενός σύγχρονου θεσμικού πλαισίου, το οποίο θα εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις άσκησης του δικαιώματος ισότιμης συμμετοχής όλων των Πολιτών στην Κοινωνία της Πληροφορίας.

Και ενώ απουσιάζει και ο ελάχιστος προβληματισμός για την ερμηνεία και εφαρμογή της κορυφαίας αυτής Συνταγματικής επιταγής, συνεχώς λαμβάνονται αποσπασματικά μέτρα που αμφισβητούν, στην ουσία τους, θεμελιώδη ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και χρησιμοποιούν τις ΤΠΕ εναντίον των ελευθεριών των Πολιτών. Μακροπρόθεσμα αυτή η προσέγγιση θα δημιουργήσει μεγάλες θεσμικές και τεχνολογικές αντιφάσεις και θα μειώσει την εμπιστοσύνη των Πολιτών στις ΤΠΕ, υπονομεύοντας το μέλλον της Χώρας μας.

Το ακριβές περιεχόμενο των αναγκαίων θεσμικών παρεμβάσεων, για να πάρει σάρκα και οστά η νέα διάταξη του Συντάγματος, θα πρέπει να προκύψει μέσα από μια ευρεία ενημέρωση των ενδιαφερόμενων φορέων και συνακόλουθα έναν ουσιαστικό κοινωνικό διάλογο για τον καθορισμό αρχών και την ιεράρχηση των στόχων. Ο διάλογος αυτός θα αποκαταστήσει την αναγκαία εμπιστοσύνη μεταξύ των εμπλεκομένων φορέων και θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια γόνιμη σύνθεση των απόψεων.

 

Γ. Περιφερειακότητα και Διεθνής Συνεργασία

Η διαμόρφωση μιας αποτελεσματικής και μακρόπνοης υψηλής στρατηγικής οφείλει να λάβει υπόψη της και την ανάγκη αποκέντρωσης και διαφάνειας στις λειτουργίες του Κράτους καθώς και στις παραγωγικές δραστηριότητες που συνδέονται με τις ΤΠΕ. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να διαμορφωθεί σε στενή συνεργασία με τους φορείς που εκφράζουν τις τοπικές κοινωνίες και τις Περιφέρειες της Χώρας. Θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι οι Περιφέρειες της Χώρας αποτελούν των αγωγό σύνδεσής της με το γεωπολιτικό της περίγυρο. Με την έννοια αυτή θα πρέπει να αναπτυχθούν εκπαιδευτικές, ερευνητικές, αναπτυξιακές και παραγωγικές δραστηριότητες και συνέργειες, στα πλαίσια της ευρύτερης προοπτικής της αυτοδύναμης τεχνολογικής ανάπτυξης.

Οφείλουμε σε αυτό το σημείο το σημείο να επισημάνουμε ότι το προτεινόμενο, από την Ένωση Πληροφορικών Ελλάδας και την ΕΠΕλ, Εθνικό Επιμελητήριο Πληροφορικής και Επικοινωνιών μπορεί, λόγω της φυσιογνωμίας του και της περιφερειακής – οικουμενικής του συγκρότησης να συμβάλει στη διαμόρφωση και εφαρμογή μιας υψηλής ψηφιακής στρατηγικής με έντονο το στοιχείο της περιφερειακότητας και της διεθνούς συνεργασίας. Ειδικότερα, το ΕΘΕΠΕ προτείνεται να συγκροτείται από περιφερειακά επιμελητήρια Πληροφορικής, ένα σε κάθε μια από τις διοικητικές (ή αναπτυξιακές) Περιφέρειες της Χώρας, καθώς και σε περιοχές του εξωτερικού με μεγάλη συγκέντρωση Ελλήνων πληροφορικών.

Τα περιφερειακά επιμελητήρια του εσωτερικού θα είναι ο επίσημος σύμβουλος των περιφερειακών και τοπικών αρχών καθώς και των τοπικών παραγωγικών μονάδων σε θέματα Πληροφορικής και Επικοινωνιών. Τα περιφερειακά επιμελητήρια θα παίρνουν πρωτοβουλίες για τη συνεργασία των φορέων κάθε Περιφέρειας, θα εκπονούν σχέδια περιφερειακής ανάπτυξης στην Πληροφορική και τις Επικοινωνίες και θα τα προωθούν σε συνεργασία με τις περιφερειακές και τοπικές αρχές. Θα μπορούν να συμμετέχουν σε ευρωπαϊκές και εθνικές δράσεις και θα έχουν την αρμοδιότητα να αναλαμβάνουν την κατανομή πιστώσεων με βάση τις προτάσεις που θα τους υποβάλλονται.

Τα περιφερειακά επιμελητήρια του εξωτερικού θα φροντίζουν για την καλλιέργεια στενών σχέσεων με διεθνείς φορείς και οργανισμούς, καθώς και με αντίστοιχα επιμελητήρια άλλων χωρών. Επιπλέον, θα φροντίζουν για την ενεργοποίηση των μελών τους και την ουσιαστική συμμετοχή τους σε διαδικασίες στρατηγικού σχεδιασμού. Θα ενθαρρύνουν τη μεταφορά γνώσεων και τεχνολογίας. Θα ενισχύουν την ανάπτυξη δικτύων ακαδημαϊκής, ερευνητικής, αναπτυξιακής ή παραγωγικής συνεργασίας σε παγκόσμιο επίπεδο.

Το ΕΘΕΠΕ, με την οργανωτική του συγκρότηση, θα αλλάξει, ουσιαστικά, το χάρτη της Πληροφορικής και των Επικοινωνιών στη Χώρα μας. Θα συμβάλει στην ανάπτυξη στενών δεσμών συνεργασίας ανάμεσα στις Περιφέρειες της Χώρας καθώς και μεταξύ των Περιφερειών και του γεωπολιτικού τους περίγυρου, που είναι και το ζητούμενο για την υπέρβαση επικίνδυνων ανταγωνισμών και την οικοδόμηση μιας άλλης μορφής παγκοσμιοποίησης των λαών και της ειρήνης. Επιπλέον, η διεθνής συνεργασία που θα επιτευχθεί μέσω της λειτουργίας των περιφερειακών επιμελητηρίων σε χώρες που δεν συνορεύουν με την Ελλάδα θα συμβάλει στη δημιουργία και ενδυνάμωση δεσμών ουσιαστικής συνεργασίας στην Πληροφορική και τις Επικοινωνίες, κάτι που, δυστυχώς, δεν έχει καταστεί δυνατόν να αναπτύξει το υδροκέφαλο ελληνικό Κράτος.

Δ. Αξιοποίηση της Υψηλής Ψηφιακής Στρατηγικής

Η αξιοποίηση πόρων στο πλαίσιο μιας Υψηλής Ψηφιακής Στρατηγικής πρέπει να είναι πλήρης, για να είναι αποτελεσματική, και να αφορά όλες τις πτυχές του δημόσιου βίου (εξωτερική πολιτική, οικονομική πολιτική, εκπαιδευτική πολιτική κ.λ.π.). Για το λόγο αυτό, η Υψηλή Ψηφιακή Στρατηγική θα πρέπει να υποστηριχθεί:

  1. Μέσω όλων των πτυχών των κρατικού προϋπολογισμού χωρίς να λησμονούνται οι αμυντικές δαπάνες, που καλύπτουν ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του, και αφορούν, προς το παρόν, κυρίως την αγορά ξένης τεχνολογίας χωρίς μεταφορά της αντίστοιχης τεχνογνωσίας και με δεσμεύσεις στην αμυντική πολιτική της Χώρας.
  2. Μέσω της καλλιέργειας κατάλληλης κουλτούρας σε όλους τους Πολίτες (εκπαιδευτική πολιτική).
  3. Με κατάλληλη αξιοποίηση της εξωτερικής πολιτικής ως πολύτιμου εργαλείου για την ανάπτυξη διεθνών συνεργασιών και άσκησης επιρροής σε διεθνείς οργανισμούς.

    Η εφαρμογή της Υψηλής Ψηφιακής Στρατηγικής μπορεί να φέρει άμεσα θετικά αποτελέσματα σε όλες τις πτυχές του δημόσιου βίου αυξάνοντας την αποτελεσματικότητα και μειώνοντας το κόστος των δημοσίων δαπανών. Για παράδειγμα, μπορεί να οδηγήσει μεσοπρόθεσμα σε μείωση των αμυντικών δαπανών με ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής τεχνογνωσίας, περιορισμό της εξάρτησης από εισαγόμενες τεχνολογίες και αύξηση των θέσεων εργασίας υψηλής επιστημονικής ειδίκευσης ενισχύοντας ταυτόχρονα την αμυντική ικανότητα της Χώρας.

    IV. Επίλογος

    Θεωρούμε ότι στην προεκλογική περίοδος που διανύουμε και δεδομένης της κορυφαίας σημασίας που αποκτά η ανάγκη ανάσχεσης της οικονομικής συρρίκνωσης της χώρας και, κυρίως, η αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού της και της διεθνούς συγκυρίας για μια άλλου τύπου οικονομική πολιτική που μπορεί να φέρει τη χώρα στην πρωτοπορία των εξελίξεων για την οικοδόμηση της Κοινωνίας της Πληροφορίας και της γνώσης. Καταθέτουμε τις προτάσεις μας ευελπιστώντας ότι θα εμπλουτίσουν την πολιτική ατζέντα όλων των πολιτικών σχηματισμών ώστε να ανοίξει ένας ουσιαστικός διάλογος και να μπορέσει η Χώρα να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις υφιστάμενες στρεβλώσεις στον κλάδο δημιουργώντας παράλληλα τις προϋποθέσεις για την επεξεργασία ενός μακρόπνοου οράματος για την Κοινωνία της Πληροφορίας

    Εκθέσαμε τις προτάσεις και τους προβληματισμούς μας. Προτάσεις και προβληματισμοί που απηχούν τις απόψεις χιλιάδων επιστημόνων της Πληροφορικής που συμμετείχαν στις ανοικτές διαδικασίες διαμόρφωσής τους. Το γεγονός αυτό μας επιτρέπει να έχουμε την ισχυρή πεποίθηση, ότι εξετάσαμε και την τελευταία λεπτομέρεια και ότι η υιοθέτηση των προτάσεών μας θα έχει την επιδοκιμασία όλων των προσώπων που θα κληθούν να τις εφαρμόσουν στην πράξη τα επόμενα χρόνια.

    Αναγνωρίζοντας την τεράστια σημασία των προσπαθειών που γίνονται από όλο το πολιτικό προσωπικό της Χώρας μας για τη δημιουργία των υποδομών που θα εξασφαλίσουν την ισότιμη συμμετοχή της στην Κοινωνία των Πληροφοριών, παραμένουμε στη διάθεση των Δημόσιων Αρχών, των Πολιτικών Κομμάτων και όλων των Κοινωνικών Φορέων για κάθε αναγκαία διευκρίνηση και συνεργασία.